Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

Μίνι-τυφλή Ξινόμαυρου

Η τελευταία φορά που βρεθήκαμε για γευσιγνωσία ήταν ένα κολασμένο τσιμπούσι εξπρές. Πάνω από είκοσι φιάλες και άλλα τόσα πιάτα με διάφορους μεζέδες θυσιάστηκαν στο βωμό της βιασύνης και της λαιμαργίας μας. Φιάλες ξεταπώνονταν δεξιά και αριστερά, κάθε ένας έπινε άλλο κρασί, κάθε ένας μιλούσε για διαφορετικό θέμα και όλοι μαζί χλαπακιάζαμε ανελέητα! Λίγο το ότι είχαμε καιρό να βρεθούμε όλοι μαζί, λίγο το ότι αργήσαμε να ξεκινήσουμε και μας έπιασε πείνα, λίγο το ότι ήταν πολλά τα κρασιά και κάθε ένας ανυπομονούσε να ανοίξει κάτι διαφορετικό και δοκιμή της προκοπής δεν έγινε.

Αυτά που μου έμειναν από τότε -για διαφορετικούς λόγους- ήταν τα δύο ερυθρά από το Roussillon, ένα "φυσικό", πολύ ισορροπημένο Carignan Grenache και ένα πολύ θερμό Grenache - Mourvedre - Syrah. Γενικά είχαμε ένα θέμα με τα "καμμένα" κρασιά εκείνο το βράδυ. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα υπερώριμου, υπερ-εκχυλισμένου, υπερ-σακατεμένου Syrah από την Δράμα. Έμοιαζε με μεγάλο καλιφορνέζικο αλλά χωρίς το θηριώδες φρούτο ...κακή απομίμηση. Στο άλλο άκρο πάλι ήπιαμε και ένα Syrah από αμπέλια τόσο μεγάλων αποδόσεων που η μύτη από πολύ αγουρίλα θύμιζε ξεριζωμένο λαχανόκηπο! Και αυτό από βόρεια Ελλάδα αλλά από πιο ερασιτεχνική εμφιάλωση σε σχέση με το αλκοολούχο σιρόπι από εκχύλισμα σταφυλιού που ήταν από διασημότατους επαγγελματίες.

Το περασμένο σαββατοκύριακο όμως η ηρεμία επέστρεψε. Αρκετές οι ελλείψεις των "βασικών" αλλά η διάθεση καλή και ο χώρος πανέμορφος. Βγάλαμε θεματολογία, καθίσαμε μετά από καιρό ήρεμα ήρεμα στο τραπέζι και δοκιμάσαμε τυφλά μερικά Ξινόμαυρα συνοδεία αντίστοιχων μεζέδων.

Ξεκινήσαμε με κάτι πολύ διακριτικό. Ένα κρασί με ελαφρύ κόκκινο χρώμα και πολύ λεπτή μύτη η οποία με την ώρα άνοιγε και έβγαζε ολοκάθαρα αρώματα μικρών κόκκινων φρούτων. Στο στόμα η οξύτητα ήταν εξαιρετικά δεμένη με το σύνολο όπως επίσης και οι βελούδινες τανίνες του. Καταπληκτικά επίσης και τα αρώματα που έμεναν στο ποτήρι όταν αυτό άδειαζε. Ήταν ένα Pinot Noir 2006 από την Βουργουνδία αφού όπως πάντα στις δοκιμές Ξινομαύρων είναι καλοδεχούμενα και τα "ξαδερφάκια" τους.

Πιο συγκεκριμένα, ήταν ένα Hautes Cotes de Nuits* από το Domaine Henry et Gilles Remoriquet. Ένα μικρο οινοποιείο του Nuit Saint Georges με πολύ σεβασμό στο φρούτο και πολύ δουλειά στου αμπελώνες. Το 2006 ήταν μία πολύ δύσκολη χρονιά για την Βουργουνδία με πολλές βροχές τον μήνα του τρύγου και λίγοι παραγωγοί κατάφεραν να κάνουν κρασιά χωρίς αιχμηρές οξύτητες. Το Hautes Cotes των αδελφών Remoriquet ήταν ένα από αυτά τα δείγματα επιτυχίας που κάνουν τους καλούς αμπελουργούς να ξεχωρίζουν.

Τα ξινόμαυρα έκαναν ντεμπούτο με την δεύτερη φιάλη της σειράς η οποία πρόδιδε κάτι αρκετά παλαιωμένο που είχε εδώ και λίγο καιρό αρχίσει να παίρνει τον κατήφορο. Παρόλα αυτά κρατούσε ακόμη το νεύρο στο στόμα ενώ στο τελείωμα άφηνε κάποια ενδιαφέροντα γήινα αρώματα αλλά σε μικρή διάρκεια. Ήταν ένα Grande Reserve 1998 του Μπουτάρη με άγνωστες συνθήκες συντήρησης προτού πέσει στα χέρια μας αλλά μάλλον κάπως ταλαιπωρημένο.

Ακολούθησε ένα κόκκινο με έντονο ζωικό χαρακτήρα που με την ώρα όμως υποχωρούσε και έδινε την θέση του σε πιο φρουτώδη αρώματα. Στο στόμα έβγαζε μία όχι και τόσο ευχάριστη μεταλλικότητα και γενικά χαρακτηρίζονταν από μεγάλη αστάθεια. Ήταν ένα νεαρό Ξινόμαυρο του 2011 δείγμα δεξαμενής.

Το επόμενο της σειράς δοκιμάζονταν σε πρώτη φάση πολύ αναγωγικό και αποφασίσαμε να το βάλουμε για λίγο σε καράφα. Όταν το ξαναδοκιμάσαμε μαζί με τα αναγωγικά αρώματα έφυγαν και όλα τα υπόλοιπα και το κρασί είχε μείνει κάπως άδειο. Στο στόμα ήταν αρκετά υδαρές με αδύναμο τελείωμα. Ήταν ένα Ξινόμαυρο του 2004 από το Μαντέμι της Νάουσας όταν εκεί οινοποιούσαν ακόμη οι παλιές φρουρές και τα σπουδαία δεν είχα ακόμη έρθει...

Η συνέχεια ήταν γεμάτη ..βανίλια! Βανίλια στην μύτη, στο στόμα, στην επίγευση. Μόλις άρχισε να χάνεται η βανίλια έβγαινε μία αγουρίλα. Αρώματα πολύ "πράσινα" που μας έκαναν να θέλουμε πίσω την βανίλια! Στο στόμα το μόνο σημείο που νοιώσαμε το κρασί ήταν στο άγαρμπο πίκρισμα του τελειώματος και πουθενά αλλού. Το "σύμπαν" του 2008 είναι ένα χαρμάνι βασισμένο σε Ξινόμαυρο που μάλλον θα μπορούσε να τα πάει και καλύτερα.

Με τόση βανίλια δεχτήκαμε με ανακούφιση τα πικάντικα, ζωικά αρώματα του επόμενου κρασιού αν και στην συνέχεια και αυτά αποδείχθηκαν κάπως μονότονα. Στο στόμα η ζόρικες τανίνες εξισορροπούνταν από την πολύ καλή οξύτητα αλλά το όλο σύνολο έμοιαζε να χρειάζεται ένα κατιτίς παραπάνω. Σίγουρα όμως ο Πήγασος του 2008 έχει ακόμη δρόμο μπροστά του και περιμένουμε να δούμε την εξέλιξή του.

Αυτή η εξέλιξή άλλωστε φαίνεται και στην αμέσως προηγούμενη χρονιά με τον Πήγασο του 2007 να είναι λίγο πιο έντονος αρωματικά και πολύ πιο δεμένος στο στόμα. Αν και πιο σφιχτός τανικά ήταν πιο αρμονικός από το προηγούμενο ενώ είχε σαφώς καλύτερη εξέλιξη στο ποτήρι όσο περνούσε η ώρα και ήτανε μάλλον από τα καλύτερα της βραδιάς.

Τελειώσαμε με ένα ξινόμαυρο στο οποίο επικρατούσε έντονο το αλκοόλ και ήταν αρκετά δύσκολο να διακρίνει κανείς άλλου είδους αρώματα. Στο στόμα ήταν αρκετά καλύτερο χωρίς όμως το σύνολο να μπορεί να ξεφύγει από την μετριότητα. Πρόκειται για εκπαιδευτική εμφιάλωση της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής και κρίνοντας το σαν μία τέτοια προσπάθεια θα λέγαμε πως οι μαθητές τελικά δεν τα πήγαν και τόσο άσχημα.

Μη ικανοποιημένοι από τα όσα δοκιμάσαμε αφού λίγα κρασιά σταθήκαν καλά και έχοντας αφαιρέσει ένα κρασί λόγω οσμών φελλού αποφασίσαμε να ανοίξουμε δύο έξτρα φιάλες. Για κακή μας τύχη όμως η μία από της δύο αυτές φιάλες είχε επίσης πρόβλημα φελλού και έτσι μείναμε μόνο με το Γιαννακοχώρι 2001 του Κυρ-Γιάννη. Για το συγκεκριμένο είχαμε αρκετά μεγάλες προσδοκίες αλλά μάλλον συνθήκες συντήρησής του όλα αυτά τα χρόνια το έκαναν να δοκιμάζετε αρκετά κουρασμένο. Η μύτη είχε αρχίσει από καιρό να παίρνει την κάτω βόλτα ενώ το στόμα στέκονταν κάπως καλύτερα χωρίς όμως να είναι κάτι το πραγματικά σπουδαίο.

Κλείνοντας θα έλεγα πως αδιαμφισβήτητα έχουμε κάνει και πολύ καλύτερες δοκιμές και μάλλον έχει αρχίσει να μας πιάνει λίγο το σύνδρομο "κρατάμε τα καλά για αργότερα", ένα αργότερα που δεν έρχεται ποτέ! Όπως και να 'χει πάντως, για μία ακόμη φορά το διασκεδάσαμε, κάναμε ενδιαφέρουσες συζητήσεις και βγάλαμε ακόμη πιο ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Και εις άλλα με υγεία!


*Hautes Cotes de Nuits: Στην ουσία "Ψηλές Πλαγιές" της περιοχής του Nuits St Georges βόρεια της Beaune. Στην ιεραρχία των κρασιών της Βουργουνδίας είναι μία κατηγορία επάνω από τις απλές Βουργουνδίες και μία κατηγορία πριν τα "Village".