Παίρνοντας τις 7 καλύτερες φιάλες του στοκ μου και αγοράζοντας άλλη μία την τελευταία στιγμή από έναν τοπικό καβίστα, ξεκίνησα να ετοιμάζω την όλη κατάσταση 3 ώρες πριν. 7 από τα 8 ήτανε άψογα και για ένα μόνο είχα υποψία για ένα προβληματάκι. Καραφάρισα* λοιπόν ότι θεώρησα πως ήταν αναγκαίο και στην συνέχεια πήγα στο κοντινότερο τυροπωλείο για να αγοράσω τα ανάλογα τυριά!
Γύρω στις 7 είχαμε μαζευτεί όλοι και χωρίς να χάνουμε χρόνο περάσαμε στο πρώτο λευκό. Μία εμφιάλωση Σαντορίνης από την οινοποιεία Χατζηδάκη που γίνεται μόνο για την γαλλική αγορά και φέρει το όνομα cuvée No15. Για την Σαντορίνη δεν ανησυχώ ποτέ αφού ξέρω πάντα πως θα με βγάλει ασπροπρόσωπο από όποιον παραγωγό και αν προέρχεται. Πόσο μάλλον από τον Χαρίδημο Χατζηδάκη ο οποίος κάνει πάντα εξαιρετική δουλειά! Όσοι γνώριζαν ήδη την Σαντορίνη είχαν πολύ καλές εντυπώσεις και επαληθεύτηκαν για ακόμη μία φορά. Όσοι την γεύονταν για πρώτη φορά ενθουσιάζονταν με τον πλούτο και την δύναμη του Ασύρτικου ενώ όπως συμβαίνει σε κάθε φίλο του κρασιού στην πρώτη του επαφή με την Σαντορίνη, δεν πίστευαν πως ένα κρασί που παράγεται τόσο νότια μπορεί να έχει τέτοιες οξύτητες! Συνεχίσαμε με την Σαντορίνη από το αμπελοτεμάχιο Μύλος του Χατζηδάκη την οποία είχα καραφάρει ώστε να καλμάρω λίγο την απίστευτη δύναμή της και να πέσει λίγο το αλκοόλ της (15%!). Στην πρώτη όσφρηση ένας τρομερός αρωματικός πλούτος γέμιζε τα ρουθούνια μας με άνθη εσπεριδοειδών ενώ με την πρώτη ανάδευση το μήλο και το αχλάδι κυριαρχούσαν Από εκεί και πέρα χάρη στην μεγάλη πολυπλοκότητα του κρασιού αυτού, κάθε φορά που φέρναμε το ποτήρι στην μύτη μας ανακαλύπταμε και κάτι ακόμη!
Ξεκινώντας, ο Παλιοκαλιάς του 2005 εντυπωσίασε με την αρωματική του ένταση και τα ξεχωριστά αρώματά του. Στο στόμα είχε πολύ καλή δομή, χαρακτηριστική του ξινόμαυρου αλλά οι τανίνες του ήταν κάπως ξηρές, απόδειξη πως το Ξινόμαυρο θέλει χρόνο για να αποδώσει τα μέγιστα. Πάντως οι βελτίωσή του σε σχέση με 2 μήνες πρ

Την στιγμή που ήμασταν έτοιμοι να περάσουμε στην επόμενη φιάλη, συνειδητοποίησα ότι είχα ξεχάσει το δείγμα από βαρέλι του αυτόριζου Ξινόμαυρου 2007 το οποίο είχε ήδη περάσει σχεδόν 3 ώρες στην καράφα! Ζητώντας συγνώμη από τους υπόλοιπους, σερβίρισα με την ελπίδα πως δεν θα χαθεί στην σκιά της παλιάς Ράμνιστας και δεν θα μας στεγνώσει το στόμα με τις νεαρές ακόμη τανίνες του. Ευτυχώς όμως διαψεύστηκα τελείως! Το άδειασμα που είχα κάνει νωρίτερα από την καράφα στο μπουκάλι και ξανά στην καράφα με τρόπο ώστε να έρθει σε επαφή με το οξυγόνο όσο το δυνατόν περισσότερο κρασί έδωσαν θεαματικά αποτελέσματα! Τα ποτήρια μας ήταν γεμάτα ζωηρά αρώματα φρέσκων κόκκινων φρούτων που εναλλάσσονταν με δροσερές μεταλλικές νότες ενώ η πρώτη επαφή με το στόμα ήταν τόσο βελούδινη που σε τυφλή δοκιμή κανείς δεν θα μπορούσε να μαντέψει περί τίνος πρόκειται. Τέλος, η μεγάλη διάρκειας επίγευση έκλεινε θετικά την πολύ καλή εικόνα που δημιουργήσαμε για το κρασί αυτό που θα εμφιαλωθεί σε μερικούς μήνες από τώρα. Περιττό να πω πως έχω ήδη κρατήσεις για μερικά κιβώτια από τους περισσότερους απ' όσους το δοκίμασαν μαζί μου!
Το 6ο κρασί της δοκιμής δυστυχώς δεν μας έκανε την χάρη να αντεπεξέλθει στις προσδοκίες μας. Η υποψία προβλήματος που είχα όταν το άνοιξα επιβεβαιώθηκε αφού όσο αυτό έμενε ανοικτό τόσο οι Βρετανομύκητες κυριαρχούσαν και έκαναν την εκτίμηση των πραγματικών χαρακτηριστικών του αδύνατη! Κρίμα γιατί ήτανε ένα κρασί που σπάνια έχω την τύχη να δοκιμάσω αφού προέρχεται από μία λίγο διαδεδομένη ποικιλία.
Αφότου ξεπλύναμε τα ποτήρια μας, περάσαμε κατευθείαν στο επόμενο κρασί. Δεν θα

Για το κλείσιμο είχα προβλέψει ένα γλυκό κρασί από την Σαντορίνη. Όχι ένα Vinsanto όπως συνηθίζεται αλλά ένα γλυκό από κόκκινα σταφύλια της ποικιλίας Βουδόματο. Η πρώτη εντύπωση που έδινε στην μύτη ήτανε αρνητική λόγω της ανεβασμένης πτητικής οξύτητας αλλά ο μεγάλος του αρωματικός πλούτος το βοηθούσε να κερδίσει πόντους αφού του έδινε μία πολύ ενδιαφέρουσα πολυπλοκότητα. Στο στόμα κυριαρχούσε το γλυκό μια και η πολύ μεγάλη του οξύτητα δεν έκανε ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία της παρά μόνο στο τέλος όπου και του προσέδιδε μία πολύ ωραία επίγευση πολύ μεγάλης διάρκειας. Από εκεί και πέρα οι γνώμες ήταν διχασμένες και δεδομένου πως κανείς από μας δεν είναι μεγάλος φαν των γλυκών κρασιών επιστρέψαμε στα ξηρά ξαναδοκιμάζοντας ο καθένας αυτό που του άρεσε περισσότερο!
Στο τέλος της δοκιμής, οι πάντες ήταν καταευχαριστημένοι και δεν σταμάτησαν να με ευχαριστούν και να μου λεν το πόσο εντυπωσιάστηκαν με τους ελληνικούς αυτούς θησαυρούς! Ένα ακόμη δείγμα του ότι αν δοθεί η κατάλληλη προσοχή στις Ελληνικές ποικιλίες και δουλευτούν όπως πρέπει, η χώρα μας δεν έχει να φοβάται τίποτα αφού μπορεί να παράγει οίνους με ξεχωριστό χαρακτήρα. Κρασιά των οποίων όμοια δεν βρίσκουμε σε καμία άλλη γωνιά της γης και οι απανταχού οινόφιλοι θα ψάχνουν με λαχτάρα να τα προσθέσουν στην συλλογή τους!
*Σύμφωνα με μερικούς παλιούς Γάλλους οινολάτρες το καραφάρω είναι βάρβαρο ρήμα και είναι προτιμότερο να λέμε το βάζω σε καράφα. Ακούγεται πιο φιλικό προς το κρασί!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου