Αφού είχαμε φτάσει ήδη περίπου στα μισά του δρόμου κάναμε ένα διαλειμματάκι προτού περάσουμε στο δεύτερο μέρος των δοκιμών μας όπου θα συνεχίζαμε με παλαιότερες εσοδείες Ξινόμαυρου και μερικά ακόμη κρασιά.
Ξεκινήσαμε το δεύτερο μέρος με τον Πήγασο 2003 του Μαρκοβίτη τον οποίο έχουμε δοκιμάσει πάμπολλες φορές και το τελευταίο διάστημα χαρακτηρίζεται από αστάθεια. Έτσι και το Σάββατο αυτό δεν ικανοποίησε τις προσδοκίες μας και ήταν κατώτερος από αυτό που γνωρίζουμε. Το στόμα βέβαια ήταν και πάλι ευχάριστο και ισορροπημένο αλλά η μύτη ήταν αρκετά κουρασμένη και αυτό έβγαινε και στην επίγευση αφήνοντας άσχημη εντύπωση. Τα σκαμπανεβάσματα αυτά αποτελούν ερωτηματικό ακόμη και για τον ίδιο τον οινοπαραγωγό αφού το συγκεκριμένο κρασί δοκιμάζονταν σταθερά καλά μέχρι και πριν λίγους μήνες.
Το 2003 του Θυμιόπουλου, από μία παρτίδα που δεν είχε καταφέρει να γίνει Γη και Ουρανός, ήταν κάπως κλειστό στην μύτη αλλά άνοιγε δειλά δειλά. Το στόμα όμως ήταν καταπληκτικό. Έμοιαζε πολύ νεαρότερο από την ηλικία του και είχε μία τρομερή μεταλλικότητα που του έδινε μοναδική φρεσκάδα. Από τις μεγάλες εκπλήξεις της βραδιάς!
Ο Πήγασος του 2001 χαρακτηρίζονταν από φινέτσα, πολύ καλή τανική δομή και διάρκεια στο στόμα. Προσωπικά, από τις ουκ ολίγες φορές που έχω δοκιμάσει το κρασί αυτό, πιστεύω πως την φορά αυτήν δοκιμάζονταν καλύτερα από κάθε άλλη.
Το ακριβώς αντίθετο συνέβαινε με τον Πήγασο του 2000. Εξαιρετικό κρασί που σε κάθε δοκιμή έπιανε υψηλά στάνταρ, αυτήν την φορά έμοιαζε πεθαμένο και απομακρύνθηκε με συνοπτικές διαδικασίες από τα ποτήρια μας. Προφανώς κάτι δεν πήγαινε καλά με την συγκεκριμένη φιάλη.
Σπάζοντας λίγο το "κατεστημένο" των Ξινομαύρων, ενδιάμεσα δοκιμάσαμε και μία Νεμέα Reserve 1998 του Παρπαρούση. Η μύτη ήταν λίγο βαριά αρχικά αλλά στην συνέχεια βελτιώνονταν αισθητά. Το ιδανικό θα ήταν να την βάζαμε σε καράφα αλλά αν το κάναμε αυτό για όλα τα κρασιά που χρειάζονταν καράφα εκείνο το βράδυ, θα γεμίζαμε καράφες και θα ήταν πολύ δύσκολο να ρυθμίσουμε τις θερμοκρασίες. Βολευτήκαμε λοιπόν με τον αερισμό στο ποτήρι μας και παρά τα τερτίπια της μύτης, το στόμα ήταν εξαιρετικό. Οι τανίνες ήταν αρμονικά δεμένες με την οξύτητα και η επίγευση ήταν ατελείωτη. Να λοιπόν που ένα Αγιωργίτικο ήταν από τα κορυφαία τις βραδιάς και φτιαγμένο από έναν Πατρινό οινοπαραγωγό, ήρθε και πούλησε τσαμπουκά μέσα στην Νάουσα!
Επιστρέψαμε στα Ξινόμαυρα και από εκείνο το σημείο και μετά, ουσιαστικά κάναμε κάθετη του κτήματος Μαρκοβίτη. Ο Πήγασος του 1997 ήταν αρκετά κουρασμένος και παρόλο που κρατούσε ακόμη λίγη ζωντάνια στο στόμα, έσβηνε απότομα και δεν ικανοποιούσε.
Έντεκα χρονιές πιο πίσω, στο 1986, το ίδιο κρασί μάγεψε και τους επτά παρευρισκομένους. Η μύτη δεν είχε ίχνος οξείδωσης αλλά ένα φοβερό φρούτο με κυρίαρχο το κράνο. Το στόμα ήταν ακούραστο και δυναμικό με λαχταριστή επίγευση και ήταν η αποθέωση του Ξινόμαυρου της Ναούσης και μία ατράνταχτη απόδειξη πως όταν μιλάμε για Ξινόμαυρο Ναούσης μιλάμε για κρασιά που δεν φοβούνται τον χρόνο. Να σημειώσω πως η φιάλη αυτή ήταν η δεύτερη που ανοίχτηκε διότι η πρώτη είχε πρόβλημα φελλού. Ευτυχώς ο παραγωγός είχε την έμπνευση να φέρει δύο φιάλες και έτσι δεν στερηθήκαμε μία τόσο μεγάλη συγκίνηση.
Οι παραπάνω απόψεις σχετικά με την Νάουσα και την παλαίωση επιβεβαιώθηκαν με μία ακόμη παλαιά φιάλη του ίδιου παραγωγού, αυτήν την φορά από το 1982. Με τρομερά φίνο και καθαρό άρωμα και στόμα που κρατούσε ακόμη σε καλό επίπεδο, δεν έφτανε αυτό του 1986 αλλά ήταν επίσης ένα τρομερό κρασί που η δοκιμή του αποτελούσε εμπειρία για όλους μας.
Κλείσαμε την κάθετη του Πήγασου με το 1981 το οποίο δεν ήταν τόσο καθαρό αρωματικά όσο τα δύο προηγούμενα αλλά δεν έπαυε να στέκεται αξιοπρεπώς στο ποτήρι μας παρά τα τριάντα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τον τρυγητό του.
Πρωτού περάσουμε στα γλυκά για να κλείσουμε την βραδιά, δοκιμάσαμε δύο ακόμη νεαρότερα κόκκινα τα οποία όμως μετά από όλα αυτά τα διαμάντια που δοκιμάσαμε νωρίτερα αδικήθηκαν και δεν μπόρεσαν να κριθούν δίκαια.
To πρώτο από το Clos Ouvert και την ποικιλία Pais είναι ένα εξαιρετικό κρασί από την Χιλή και για μένα προσωπικά είναι ότι καλύτερο έχω δοκιμάσει από αυτήν την χώρα και ίσως από όλο τον νέο κόσμο. Δυστυχώς την βραδιά εκείνη δεν κατάφερα να το εκτιμήσω όπως θα έπρεπε και προτίμησα να μείνω στις εμπειρίες που είχα αποκομίσει στην πρώτη μου γνωριμία με την συγκεκριμένη ετικέτα πριν δύο χρόνια.
Το ίδιο ισχύει και για το Nebbiolo του Palissero που μετά από όλα τα προηγούμενα δεν μπορούσε να δείξει και πολλά πράγματα και έτσι δεν κρίθηκε.
Φτάνοντας στα γλυκά, έξι μέρες μετά την δοκιμή Ρίσλιγκ που κάναμε, το ξαναφέραμε στο προσκήνιο δοκιμάζοντας αυτήν την φορά ένα Beerenauslese 2010 από το estate Rosenbaum. Εκφραστικότατο με έντονα αρώματα λεμονανθών και άλλων εσπεριδοειδών και μία εντυπωσιακή μάχη σακχάρων-οξύτητας που δημιουργούσε έκρηξη γεύσεων στο στόμα. Μάλλον δεν θα πάψουμε να δοκιμάζουμε Ρίσλιγκ φέτος το καλοκαίρι!
Για το τελείωμα είχαμε αφήσει δύο γλυκά από τον συνεταιρισμό της Σάμου. To Samos Nektar 2006 και το Samos Anthemis 2004. Το πρώτο έβγαζε πολύ έντονα αρώματα καραμέλας και θύμιζε creme brulée αλλά όπως και το δεύτερο ήταν πολύ βαρύ και μετά από όλα αυτά που είχαμε δοκιμάσει και είχαμε φάει ήταν πολύ κουραστικό να δοκιμάζει κανείς κάτι με τόσο μεγάλη περιεκτικότητα σακχάρων. Πόσο μάλλον όταν νωρίτερα είχαμε δοκιμάσει ένα τόσο δορσιστικό Riesling που έκλεψε την παράσταση. Είναι γνωστό πως ο συνεταιρισμός του νησιού κάνει πολύ προσεγμένη δουλειά και οι συνθήκες δεν μας επέτρεψαν να εκτιμήσουμε τα δύο αυτά κρασιά όπως τους αρμόζει.
Όπως και να έχει πάντως, δεδομένου του υψηλού επιπέδου των κρασιών που δοκιμάστηκαν, τις σπανιότητας αρκετών εξ αυτών και του ενδιαφέροντος που παρουσίασαν οι σχολιασμοί που έγιναν πάνω σε ότι δοκιμάστηκε, η δοκιμή αυτή ήταν μάλλον από τις καλύτερες του φετινού καλοκαιριού.
Που να φθινοπωριάσει δηλαδή, να σφίξουν λίγο τα κρύα και να αρχίσουν να ανάβουν και τα τζάκια!
Έχει να πέσει πολύ πολύ Ξινόμαυρο!
(φωτογραφίες μηδέν, ήμασταν πολύ απορροφημένοι για να τραβάμε!)
(φωτογραφίες μηδέν, ήμασταν πολύ απορροφημένοι για να τραβάμε!)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου