Τρίτη 26 Ιουλίου 2011

Riesling με τα μάτια κλειστά

Λίγο η ζέστη, λίγο κάτι αντιβιώσεις, λίγο διακοπές ο ένας, λίγο διακοπές ο άλλος, με αυτά και με αυτά φτάσαμε σχεδόν τρεις μήνες χωρίς μία σοβαρή γευστική δοκιμή. Οι αντιβιώσεις όμως τελείωσαν, η ζέστη νικήθηκε από το air-condition και λίγο από εδώ, λίγο από εκεί καταφέραμε να συμμαζευτούμε και από τις διακοπές -σχεδόν όλοι- και να στηθούμε για μία ακόμη φορά σε ένα τραπέζι με το ποτήρι στο ένα χέρι και τις σημειώσεις στο άλλο.

Επηρεασμένοι από το πρόσφατο ταξίδι του Μάρκου στην Γερμανία και από την πλύση εγκεφάλου που μου έκανε ο Harry Poter επιλέξαμε ως θέμα το Riesling. Ο σπουδαιότερος λόγος όμως που επιλέξαμε να δοκιμάσουμε μία από τις σπουδαιότερες ποικιλίες παγκοσμίως είναι ότι είναι ίσως η πλέον "terroir expressive" λευκή ποικιλία. Εκφράζει δηλαδή με τον καλύτερο τρόπο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εδάφους, του κλίματος και του τρόπου καλλιέργειας και ως εκ τούτου μία τυφλή γευστική δοκιμή της, είναι ιδιαίτερα παιδαγωγική. Πόσο μάλλον όταν μαζί μας, πέραν του Μάρκου ο οποίος πέρασε αρκετά χρόνια οινοποιώντας στην Γερμανία, βρίσκονταν και ο Αντουάν Λεπετί, ο οποίος έχει δουλέψει σε ένα από το πιο φημισμένα οινοποιεία της Αλσατίας, τον Zind Humbrecht, ενώ παράλληλα είναι και υπεύθυνος για το σχολείο του κρασιού και του Τερουάρ στην Βουργουνδία.

Ξεκινώντας, δοκιμάσαμε ένα φρέσκο Riesling από τον Mosel το οποίο είχε θειωθεί πρόσφατα και ήταν δύσκολο να κρατήσει κανείς την μύτη του για πολύ ώρα στο ποτήρι. Στο στόμα παρόλο που έμπαινε δυναμικά με την οξύτητά του είχε πολύ γλυκό τελείωμα και βάραινε κουραστικά.

Μουδιασμένο ξεκίνημα αλλά πολύ πιο ενδιαφέρουσα συνέχεια. Με χρυσαφί χρώμα, μύτη με πολύ έντονη την μυρωδιά κερήθρας και θέρμη που φανέρωνε πολύ ώριμα σταφύλια ήταν ένα 2004 Clos Hauserer του Zind Humbrecht. Αρκετά καλό χωρίς αμφιβολία αλλά από ένα τέτοιο όνομα περιμένει κανείς περισσότερα πράγματα ακόμη και από τις πιο απλές cuvees όπως η συγκεκριμένη.

Ακολούθησε ένα Ρίσλιγκ που αποτελεί το προϊόν μίας παρέας συνταξιούχων Ελβετών που έχουν την οινοποίηση ως χόμπι. Δοκίμασε την τύχη του δίπλα σε επαγγελματικές οινοποιήσεις και μάλλον δεν κατάφερε και πολλά...

Συνεχίσαμε με ένα παλιό Riesling, αρκετά πτητικό που θύμιζε οινοποιήσεις με ελάχιστο ή μηδενικό θειώδες. Με πολύ έντονο, μονότονο έως και βαρύ άρωμα μελιού στην μύτη και παχύ κουρασμένο στόμα έμοιαζε να έχει οινοποιηθεί σε ξύλινο βαρέλι. Ήταν ένα 2001 του φημισμένου Franz Kunstler από το Rheingau με μοναδικό δυνατό του σημείο την πολύ μακρά επίγευση.

Το πέμπτο κρασί της δοκιμής ανέβασε τον πήχη λίγο ψηλότερα. Η εξαιρετικά μεταλλική μύτη του άνοιγε την όρεξη για όστρακα και η αρωματική και γευστική του συγκέντρωση, όπως επίσης και η άψογα εναρμονισμένη οξύτητά του πρόδιδε ένα κρασί από πολύ καλό σταφύλι με χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις και ισορροπημένη ωρίμανση. Έδειχνε πολύ νέο και όλοι μας πέσαμε τουλάχιστον πέντε χρόνια έξω αφού κανείς δεν περίμενε πως θα είναι ένα κρασί του 2001. Ο παραγωγός πάλι, είναι ένα αρκετά μεγάλο σε έκταση αλλά σχετικά άγνωστο οινοποιείο από το Pfalz με το όνομα Wilhelshof.

Η αμέσως επόμενη μύτη ήταν εξίσου μεταλλική με κάποιες νότες μάλιστα να δίνουν την αίσθηση τσακμακόπετρας. Γρήγορα όμως, η μύτη άλλαξε. Μόλις το κρασί στο ποτήρι πήρε λίγη θερμοκρασία, βάρυνε και κουράστηκε. Το στόμα έδινε κι αυτό βαριά αίσθηση λόγω της αδύναμης οξύτητας που δεν κατάφερνε να αντιπαλέψει την γλυκύτητα του και άφηνε μία επίγευση που έμοιαζε να λιγώνει. Καλοστημένο σε γενικές γραμμές αλλά αρκετά "τεχνολογικό" και χωρίς χαρακτήρα, το Verus 2007 από την Σλοβενία κινήθηκε σε ρηχά νερά και δεν κατάφερε να ενθουσιάσει αν και αρχικά είχε κερδίσει την συμπάθεια των περισσότερων από εμάς.

Επιστρέφοντας στο Rheingau, δοκιμάσαμε ένα πολύ καλό Ρίσλιγκ από το ιστορικό Schloss Vollrads. Πολύ καλά ενσωματωμένη στο σύνολο οξύτητα, ωραία και διαρκής επίγευση και χαρακτηριστικά μεγάλου κρασιού. Τυπικότατο της ποικιλίας και με τιμή όχι πολύ πάνω από δέκα ευρώ είναι μία εξαιρετική πρόταση για κάποιον που θέλει να κάνει μία γνωριμία με τον γερμανικό αμπελώνα.

Το όγδοο της σειράς ήταν φτιαγμένο στην Ελλάδα και δεν άντεχε την σύγκριση με τα υπόλοιπα αφού το θερμό ελληνικό κλίμα δεν είναι κατάλληλο για την συγκεκριμένη ποικιλία. Έτσι βγήκε αυτόματα εκτός κριτικής.

Μετά από αυτήν την μικρή παρένθεση το επίπεδο ανέβηκε και πάλι. To επόμενο κρασί, με διακριτική μύτη που άνοιγε όσο περνούσε η ώρα φανέρωνε καλοδουλεμένη και ώριμη πρώτη ύλη ενώ στο στόμα ήταν πλούσιο με τραγανή οξύτητα που του έδινε αέρινη αίσθηση. Παρόλα αυτά φαινότανε πως είναι ένα κρασί που έχει ακόμη χρόνο μπροστά του και δεν έχει αναδείξει ακόμη όλες του τις δυνατότητες. Ήταν το Joannes του 2008 από την Σλοβενία και σύμφωνα με την γνώμη των περισσότερων από εμάς, μάλλον ήταν και το καλύτερο της δοκιμής. Ο Αντουάν μάλιστα, πριν την αποκάλυψη, υποστήριζε πως πρόκειται για κρασί του Zin Humbrecht του οποίου τα κρασιά γνωρίζει άριστα!

Λίγο πριν το τελείωμα δοκιμάσαμε ένα νεαρό Ρίσλιγκ, με καλή οξύτητα αλλά λίγο ασύνδετη με το υπόλοιπο σύνολο. Ένα κρασί που άφησε γενικά μέτριες εντυπώσεις όντας σχετικά καλό αλλά χωρίς να μπορεί να προσφέρει κάποι ιδιαίτερη συγκίνηση. Ήταν ένα Ρίσλιγκ από το weingut Rosenbaum του 2009.

Κλείσαμε την ενδεκάδα της δοκιμής με ένα Ρίσλιγκ του 2005 από τον Marcel Deiss. Υστερόντας από οινολογικής πλευράς σε σχέση με τα περισσότερα από τα προηγούμενα και όντας ελαφρώς οξειδωμένο προώρα, είχε έναν πολύπλοκο χαρακτήρα που άλλαζε συνεχώς μέσα στο ποτήρι και το έκανε να ξεχωρίσει και να κερδίσει αρκετούς από εμάς.

Συμπερασματικά, τα περισσότερα από όσα δοκιμάσαμε στέκονταν σε πολύ καλό επίπεδο και η όλη διαδικασία μας βοήθησε να μάθουμε αρκετά για την ποικιλία αυτήν. Συμφωνήσαμε όλοι μας πως το Ρίσλιγκ είναι σίγουρα μία πολυδύναμη ποικιλία και αν οι Γερμανοί κυρίως παραγωγοί της βάλουν μία τάξη στα υπερβολικά συνήθως θειώδη των κρασιών τους θα ανέβει ακόμη ψηλότερα στο παγκόσμιο οινικό στερέωμα.

Η όλη δοκιμή έγινε συνοδεία κατάλληλων μεζέδων ενώ αμέσως μετά το τέλος της ακολούθησε ψήσε φάε όπου μαζί με τα κρεατικά τιμήθηκε το Ξινόμαυρο. Συνολικά ανοίχτηκαν εικοσιτρείς φιάλες και ένα Μάγκνουμ πνίγοντας την ημέρα μας στο κρασί!