Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Syrah με τα μάτια κλειστά vol.2

 Το δεύτερο μέρος της δοκιμής ξεκίνησε πολύ δυναμικά. Τόσο δυναμικά μάλιστα που δεν αφήνει περιθώρια για πρόλογο και με αναγκάζει να μπω κατευθείαν στο δια ταύτα. Το κρασί που άνοιξε το δεύτερο μέρος ήταν ένα πραγματικό νέκταρ. Εξαιρετική μύτη με τα κόκκινα φρούτα να πλαισιώνονται πανέμορφα από μπαχαρένιες νότες που του έδιναν μεγάλη πολυπλοκότητα. Μία ανεπαίσθητη μόνο αίσθηση οξείδωσης πρόδιδε την μεγάλη ηλικία του αλλά δεν μείωνε καθόλου την ευχαρίστηση που ένιωθε κανείς φέρνοντας το ποτήρι κάτω από τα ρουθούνια του. Στο στόμα έμπαινε πολύ δυναμικά, διατηρούσε ακόμη το νεύρο του και τελείωνε εκπληκτικά αφήνοντας ευχάριστη αίσθηση για αρκετή ώρα από την στιγμή της κατάποσης. Ήταν ένα Αυστραλέζικο Shiraz του 1997 από τo οινοποιείο Hardys (Eileen Hardy) που παρά τα χρονάκια του δοκιμάζονταν άψογα. Πιθανότατα να ήταν και η καλύτερη στιγμή για να το πιει κανείς αφού φαινόταν πως αν το φυλάγαμε έναν χειμώνα ακόμη ο χαρακτήρας του θα άρχιζε να αλλοιώνεται. Να λοιπόν που και ο νέος κόσμος φτιάχνει εξαιρετικά κρασιά παλαίωσης που αξίζει τον κόπο να τα ψάξει κανείς, να τα βάλει στο κελάρι του και να τα αφήσει εκεί για μερικά χρονάκια!

Μετά από αυτό, το επόμενο κρασί θα έπρεπε να βάλει τα δυνατά του για να μας εντυπωσιάσει. Κάθε άλλο όμως, η μύτη ήταν πολύ κακή και το στόμα άγαρμπο και επιθετικό. Ήταν μία κακοσυντηρημένη Syrah Μπουτάρη 2000 που λόγω χρονιάς είχαμε πιστέψει πως θα μπορούσε να σταθεί επάξια δίπλα στα υπόλοιπα. Αγνοούμε τις συνθήκες φύλαξης προτού φτάσει στα χέρια της αλλά υποθέτουμε πως ήταν χείριστες. Παρεμπιπτόντως η αντίστοιχη μονοποικιλιακή του Κυρ-Γιάννη είναι εξαιρετική

Πάνω λοιπόν που η γευστική μας ξανάρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα επανήλθαμε σε πολύ υψηλά στάνταρτς. Το ποτήρι μας γέμιζε τώρα με ένα κρασί του οποίου η πιπεράτη μύτη δεν άφηνε καμία αμφιβολία πως ήταν Syrah του Βόρειου Ροδανού. Βατόμουρο, κεράσι, ελιά, δαμάσκηνο και πολλά ακόμη αρώματα που γίνονταν διακριτά όσο περνούσε η ώρα ήταν μερικά μόνο από τα αρώματα που συμπλήρωναν το υπέροχο αρωματικό του μπουκέτο όσο περνούσε η ώρα. Το στόμα χαρακτηρίζονταν από μεταλικότητα που έφερνε στο νου τους παμπάλαιους γρανίτες του Cornas και λιωμένες τανίνες που άφηναν δαντελένια αίσθηση στο τελείωμα. Το κορυφαίο αυτό κρασί ήταν το Cornas Reynard 2006 του Thierry Allemand, ενός εκ των σπουδαιότερων οινοπαραγωγών του Ροδανού. Με ελάχιστη έως μηδενική προσθήκη θειώδης ανυδρίτη και όσο το δυνατόν πιο φυσική προσέγγιση ο Thierry Allemand παράγει κρασιά που όχι μόνο αντέχουν στον χρόνο αλλά και που σε όποια στιγμή της ζωής και αν καταναλωθούν προσφέρουν μία εκπληκτική οινογευστική εμπειρία και φανερώνουν όλο το μεγαλείο της ποικιλίας αλλά και του τερρουάρ της.

Πιθανότατα η δοκιμή θα έπρεπε να τελειώσει κάπου εκεί αφού τίποτα άλλο δεν θα είχε πια την δυνατότητα να μας συγκινήσει αλλά μας έμεναν ακόμη τρία κρασιά προς δοκιμή. Το πρώτο από αυτά τα τρία ήταν ένα πολύ εκφραστικό κρασί αλλά με μύτη που θυμίζει ζαχαρωτά, γλειφιτζούρια και άλλες παιδικές λιχουδιές! Στο στόμα δε, ήταν πολύ ευκολόπιοτο, μαλακό όσο δεν πάει και πινόταν σαν φρουτοχυμός. Ήταν ένα Syrah δεξαμενής από το Stenimahos Crest winery το οποίο δύσκολα θα συγκινούσε έναν φτασμένο οινόφιλο. Είναι όμως ότι καλύτερο για να προσηλυτίσει στον κόσμο του κρασιού ανθρώπους οι οποίοι δεν είναι συνηθισμένοι να πίνουν κρασί και θέλουν κάτι μαλακό, εύκολο και παιχνιδιάρικο ώστε να κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο οινικό σύμπαν.

Ακολούθησε κάτι που έδειχνε να είναι πολύ νέο και δεν έμοιαζε και πολύ με Syrah παρά τις πιπεράτες νότες που έβγαζε αρωματικά. Ξεκίνησε όντας πολύ εκφραστικό αλλά στην συνέχεια άρχισε να σφίγγεται και να κλείνει. Στο στόμα ήταν αρκετά ανάλαφρο έως άδειο με τις τανίνες να είναι μαλακές αλλά το τελείωμα να είναι κάπως κοφτό. Ήταν ένα νεαρό αθείωτο Αγιωργίτικο που αποτέλεσε την δεύτερη "παραφωνία" της δοκιμής και ξεγέλασε αρκετούς από εμάς.
Το τελευταίο κρασί της σειράς ήταν αρχικά πολύ ντροπαλό απέναντι μας και χρειάστηκε λίγη ώρα και μερικά στριφογυρίσματα στο ποτήρι μας μέχρι να αρχίσει να εκφράζεται καλύτερα. Στο στόμα έμπαινε με μέτρια ένταση αλλά τελείωνε πολύ πιο δυναμικά και άφηνε εξαιρετική επίγευση. Ήταν μία αμερικάνικη Syrah του 2009 από το Edmund St John. Στην ετικέτα υπήρχε επίσης η ένδειξη Wylie που δεδομένου ότι το οινοποιείο έχει φιλοσοφία παλαιού κόσμου υποθέσαμε πως πρόκειται για αμπελοτεμάχιο. Επίσης ένα αθείωτο κρασί, το τρίτο στα τελευταία τέσσερα που δοκιμάσαμε και το οποίο αποδεικνύει πως η τάση για μείωση του θειώδη ανυδρίτη όχι απλά εξαπλώνεται αλλά δίνει και εντυπωσιακά κρασιά. Το συγκεκριμένο είχε χαρακτήρα, καθαρά αρώματα, φινέτσα και κατάφερε μαζί με το Αυστραλέζικο και αυτό του Cornas να μπει στην καλύτερη τριάδα από όσα δοκιμάσαμε.

Συνοπτικά λοιπόν στις τρεις καλύτερες Syrah βρίσκουμε δύο νεοκοσμίτισες -η μία με παλαιοκοσμίτικη προσέγγιση-, και ένα Syrah από τον τόπο καταγωγής του. Επίσης από τα τρία τα δύο είναι αθείωτα και όπως έγραψα και προηγουμένως δείχνει την μεγάλη βελτίωση που έχει γίνει στο κομμάτι αυτό.

Κλείσαμε με φαγοπότι που περιλάμβανε τα υπόλοιπα των μπουκαλιών συνοδεία μπριζόλας ψημένης από τον μέγα σεφ Άρη και φρεσκοκομμένης πράσινης σαλάτας. Ως γνωστόν το καλό είναι απλό και αν οι πρώτες ύλες είναι καλές, σάλτσες, πολλά μπαχάρια και άλλα μασκαρέματα είναι περιττά...

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Syrah με τα μάτια κλειστά! vol.1

Πρώτα απ'όλα να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η Syrah είναι ποικιλία γένους θηλυκού. Όπως και οι συνοτοπίτισσες της, Marsanne και Rousanne έτσι και αυτή είναι μία κυρία με καταγωγή τον Ροδανό και όχι ουδέτερο "το Syrah" όπως δηλαδή λέμε το Ξινόμαυρο ή το Merlot. Και εννοείτε σε καμία περίπτωση δεν είναι το Σιράχ ή το Σιράκ που συνηθίζουν να λένε οι παλιότεροι!

Στις 28 του Οκτώβρη λοιπόν αντί για παρέλαση μαζευτήκαμε με μία παρέα καλών φίλων -με τους συνήθεις ύποπτους δηλαδή-, ετοιμάσαμε μία καλή πιατέλα τυριά-αλλαντικά και στρωθήκαμε στο τραπέζι με τα ποτήρια ανά χείρας περιμένοντας την blind tasting master Μαρία να κάνει παιχνίδι με τις δώδεκα φιάλες που σκοπεύαμε να δοκιμάσουμε τυφλά. Τιμώμενη ποικιλία η μεγάλη κυρία του Ροδανού -τώρα που το ξέρουμε το μάθημα- η Syrah.

Ξεκινήσαμε με ένα παχύ μαύρο κρασί, προϊόν μεγάλων εκχυλίσεων, όχι άσχημο στην μύτη και αρκετά ανάλαφρο στο στόμα σε σχέση με αυτό που θα περίμενε κανείς από το χρώμα του. Αν εξαιρέσει κανείς τις σχετικά αδούλευτες τανίνες ήταν κάτι αρκετά ευχάριστο και πήρε πάνω κάτω καλές κριτικές από όλους όσους δοκίμαζαν. Ήταν ένα ελληνικό Syrah 2008 από την Στερεά Ελλάδα του οινοποιείου Λύτρα για το οποίο όμως δεν κατάφερα να βρω περισσότερες λεπτομέρειες όσο και αν έψαξα στο διαδίκτυο.


Το δεύτερο κρασί ήταν αρκετά εκφραστικό αλλά σίγουρα δεν έφερνε σε Syrah. Βαθύ με αρκετά καλή διάρκεια αλλά χωρίς να λέει πολλά πέρα από αυτό ήταν η μικρή παραφωνία ανάμεσα στα έντεκα -τελικώς- syrah που δοκιμάσαμε. Ήταν ένα Cabernet Sauvignon 2004 του Παπαϊωάννου από την Νεμέα. Μας μπέρδεψε αρκετά είναι η αλήθεια αλλά παρόλα αυτά δύσκολα θα περνούσε για Syrah. Αν όμως το δούμε απλά σαν κρασί οποιασδήποτε ποικιλίας, κρίνοντας και από τον φελλό που έφερε, είναι ένα κρασί που φτιάχτηκε για να καταναλωθεί πιο νέο από όσο το ήπιαμε και σίγουρα διατηρούνταν πάρα πολύ καλά μέχρι τώρα.

Ακολούθησε ένα κρασί πολύ πιο κλειστό από τα άλλα δύο που άνοιγε πολύ αργά μέσα στο ποτήρι μας. Ακόμη και τότε όμως δεν προσέφερε κάτι ιδιαίτερο αρωματικά ενώ και στο στόμα ήταν κενό με άγριο τελείωμα και καμία ομοιογένεια μεταξύ οξύτητας τανινών και ξύλου. Ήταν ένα Syrah με ένα μικρό μέρος λευκής ποικιλίας από ελληνικό οινοποιείο που σαφέστατα θέλει ακόμη δουλειά για να πείσει.

Το αμέσως επόμενο ήταν πολύ αναγωγικό κρασί και του δώσαμε χρόνο για να εκφραστεί πιο σωστά. Παρόλα αυτά όμως μέχρι και το τέλος της δοκιμής αλλά και του γεύματος που την ακολούθησε, δεν έδειξε κάτι καλύτερο και συνεπώς δεν μπορεί να κριθεί.

Μετά από όλα αυτά ήρθε επιτέλους ένα κρασί με όμορφη μύτη να αλλάξει το σκηνικό προς το καλύτερο αν και αυτό ακόμη δυσκολεύονταν κάπως να εκφραστεί και ήταν αρκετά ντροπαλό αρωματικά. Το στόμα ήταν μάλλον λίγο επίπεδο και το τελείωμα κάπως δύσκολο. Ήταν το Syrah Gerntilini 2007 που το έχουμε δοκιμάσει και σε πολύ καλύτερες στιγμές του.

Αυτό μας το απέδειξε το αμέσως επόμενο κρασί που δεν ήταν αλλο από το Syrah 2008 του ίδιου παραγωγού. Με πολύ ωραίο φρούτο στη μύτη, πιο εκφραστικό από το πρώτο και πολύ καλύτερη οξύτητα, έβαζε τα πράγματα στην θέση τους και έδειχνε πως η Κεφαλλονιά μπορεί να μην είναι Ροδανός αλλά δεν τα πάει και άσχημα με την Syrah.

Εδώ να κάνω μία μικρή παρένθεση και να πω πως όλα όσα δοκιμάζαμε συνοδεύονταν από υπέροχα τυριά και αλλαντικά. Τα τυριά ήταν όλα τοπικής παραγωγής από το τυροκομείο Τρεμπελή από την Νάουσα. Ιδιαίτερη αίσθηση έκανε το πιπεράτο Ναούσης. Τα αλλαντικά και το ντεκόρ τα είχε επιμεληθεί ο Άρης ενώ οι ελιές ήταν σπιτικής παραγωγής από τον Παλιοκαλιά!

Είχαμε μία μικρή διαφωνία πάνω στο αν είναι καλύτερα να δοκιμάζουμε χωρίς καθόλου φαγητό ή αν είναι καλύτερα να βάζαμε κάτι στο στόμα μας προκειμένου να αλλάζουμε την γεύση μας και να μην μας κουράζουν οι τανίνες. Η αλήθεια είναι πως η δική μας παρέα δεν δοκιμάζει για επαγγελματικούς λόγους και ούτε θέλουμε να αποδείξουμε κάτι. Το κάνουμε επειδή γουστάρουμε την όλη ιστορία και πάνω απ' όλα προσπαθούμε να περνάμε καλά και να δοκιμάζουμε με φίλους μερικές από τις φιάλες που έχουμε στην κάβα μας. Παράλληλα όμως βγάζουμε χρήσιμα συμπεράσματα και εμπλουτίζουμε τις οινικές μας γνώσεις. Το τερπνόν μετά του ωφελίμου ντε!

Επιστρέφοντας στα της δοκιμής, η πρώτη εξάδα είναι η αλήθεια δεν πήγε και πολύ καλά γιατί τα περισσότερα από όσα δοκιμάσαμε δεν ξέφευγαν από την μετριότητα. Απ' ότι φαίνεται όμως, η blind tasting master μας κρατούσε τα καλύτερα για το τέλος. Ξένοι αμπελώνες, φυσικά κρασιά, κρασιά έκπληξη, όλα περίμεναν με ανυπομονησία την ώρα που θα βουτούσαν στο ποτήρι μας!